Ποτέ δεν το περίμενα
Να μείνω μοναχός
Εγώ που για κανέναν
Δεν ήμουνα εχθρός
Απ΄την καλή μου την καρδιά
Και απ’την πολύ αγάπη
Όλοι με παρεξήγησαν
Και μ’εβαλαν στο μάτι
Τους φίλους τους χρειάζομαι
Ετούτη τη στιγμή
Μα δυστυχώς σπανίζουνε
Οι φίλοι οι σωστοί
Και τώρα είμαι μόνος μου
Παρέα με τον πόνο
Αφού τον κόσμο έψαξα
Και μίσος βρήκα μόνο
Είμαι μόνος μου, μόνος μου
Και θα μείνω μόνος
Είμαι μόνος μου, μόνος μου
Και με τρώει ο πόνος
Είμαι μόνος μου, μόνος μου
Ψάχνω τον εαυτό μου
Είμαι μόνος μου, μόνος μου
Εγώ με τον θεό μου.
1 σχόλιο:
Ὁ ποιητής
Μόνος. Ἕν᾿ ἄδειο ἀπέραντο τριγύρω μου,
καὶ μιᾶς πολέμιας χλαλοῆς ἀσώπαστη ἡ φοβέρα.
Κι ὅταν ἐκείνη κατακάθεται,
μόνος, θανάσιμη σιωπὴ παγώνει πέρα ὡς πέρα.
Μόνος. Μ᾿ ἀρνήθηκαν οἱ σύντροφοι,
κι ἀπὸ τὸ πλάι μου γνωστικὰ τ᾿ ἀδέρφια τραβηχτῆκαν.
Μ᾿ ἔδειξε κάποιος. - Νὰ τος! - Καταπάνω μου
γυναῖκες, ἄντρες, γέροντες, παιδιά, σκυλιὰ ριχτῆκαν.
Τὸ χέρι τὸ ἀκριβὸ τῆς Ὁδηγήτρας μου,
ποὺ μὲ κρατοῦσε, ἀνοίχτηκε πρὸς ἄλλα χάιδια ... Μόνος.
Σὲ βάθη μυστικὰ περνοῦνε ἀστράφτοντας
τῶν ἀσκητάδων οἱ χαρές, τοῦ μαρτυρίου ὁ θρόνος.
Φωτιά ῾βαλαν, τὸ κάψανε τὸ σπίτι μου,
καὶ σύντριψαν τὴ λύρα μου μὲ τὴ βαθιὰ ἁρμονία.
Τὴν Πολιτεία δυὸ Λάμιες τὴ ρημάζουνε:
ἡ λύσσα τοῦ καλόγερου, τοῦ δασκάλου ἡ μανία.
Τῆς Πολιτείας ἡ πόρτα κλείστηκε,
μὲ διώξανε, ἔρμος βρέθηκα στὰ ἕρμα μονοπάτια
καὶ τῆς Ἰδέας τῆς ἀστρομάτας, ποὺ ἔσφαξαν
ἀπὸ τὴ στράτα μάζωξα τὰ ὁλόφωτα κομμάτια.
Καὶ τἄσπερνα στὸ διάβα μου, καὶ φύτρωναν
ἐδῶ παράδεισοι, κ᾿ ἐκεῖ βασίλεια, κ᾿ ἐκεῖ πέρα
παλάτια κ᾿ ἐκκλησιὲς καὶ δρακοντόκαστρα.
Κι ὅλα στὴν ἴδια εὐφραίνονταν ἀνύχτωτην ἡμέρα.
~Κωστής Παλαμάς.
1901
Δημοσίευση σχολίου